Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

ἔρως χρημάτων

См. также в других словарях:

  • έρωτας — Έλξη ενός προσώπου προς το άλλο. Ενώ οι περισσότεροι από τους φιλόσοφους της ελληνορωμαϊκής αρχαιότητας έβλεπαν τον έ. κυρίως από τη φυσική του πλευρά, ο Σωκράτης, ο Πλάτων, ο Αριστοτέλης, οι στωικοί, και ο Πλούταρχος είδαν τον έ. από πιο… …   Dictionary of Greek

  • ίππερος — ἵππερος, ὁ (Α) αλογομανία, ιππομανία, έρωτας για τους ἵππους («ἵππερόν μου κατέχειν τῶν χρημάτων» έριξε αλογομανία σαν ίκτερο στα χρήματά μου, Αριστοφ.). [ΕΤΥΜΟΛ. Λογοπαίγνιο τού Αριστοφ.: ἵππερος < ἵππος + κατάλ. ερος τής ασθένειας ἴκτ ερος… …   Dictionary of Greek

  • Σούτσος — Επώνυμο μεγάλης φαναριώτικης οικογένειας, η οποία καταγόταν από την Ήπειρο, και κατ’ άλλους από τη Βουλγαρία, και είχε εγκατασταθεί στην Κωνσταντινούπολη πριν από την άλωση, με το επώνυμο Δράκος. Μετά την άλωση, η οικογένεια εγκαταστάθηκε στην… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»